- ακτύπητος
- -η, -οβλ. αχτύπητος.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Christos Tsaganeas — Hristos Tsaganeas Χρήστος Τσαγανέας Born July 2, 1906 Brăila … Wikipedia
Marika Krevata — Marika Kotopouli Μαρίκα Κρεβατά Born 1910 Athens, Greece Died September 14, 1994 … Wikipedia
Авлонитис, Василис — Эту статью следует викифицировать. Пожалуйста, оформите её согласно правилам оформления статей … Википедия
ακτυπησία — ἀκτυπησία, η (Μ) η γαλήνη. [ΕΤΥΜΟΛ. < *ἀκτύπητος < ἀ στερητ. + κτυπῶ] … Dictionary of Greek
αχτύπητος — και ακτύπητος, η, ο 1. αυτός που δεν χτυπήθηκε ή δεν μπορεί να χτυπηθεί 2. αυτός που δεν τον ξυλοκόπησαν, ο άδαρτος 3. αυτός που δεν χτυπήθηκε με όπλο, ο ατραυμάτιστος 4. αυτός που δύσκολα μπορεί να πληγωθεί ή να φονευθεί 5. (για το γάλα) αυτό… … Dictionary of Greek